Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

Time out

Κάθησα σήμερα σ' ένα παγκάκι που καθόμουν συχνά παλιότερα, πάνε χρόνια, μπορεί και δεκαετία. Έστριψα τσιγάρο και παρατηρούσα τον κόσμο που περνούσε από μπροστά μου : είδα μια μητέρα να σπρώχνει ένα καρότσι με ένα μικρό μέσα που φορούσε μάσκα μπάτμαν, αποκριάτικη (πλαστική), σχεδόν full face, μου τράβηξε την προσοχή, απρόσμενη εικόνα, δυό τρεις να μιλάνε έντονα μόνοι τους ή να μουρμουρίζουν διάφορα, αρκετά περισσότερους μετανάστες απ' ότι ντόπιους, κάποια στιγμή σταμάτησε το βουητό της κίνησης των αυτοκινήτων - τη θυμάμαι ακόμη τη στιγμή αυτή - γέμισε το κεφάλι μου κελαηδίσματα εκεί που δεν το περίμενα, κόσμος βιαστικός ή σε φάση χαλαρής βόλτας ανεβοκατέβαινε το δρόμο, ηρέμησε η ψυχή μου πολύ γρήγορα, άρχισα ν' ακούω τον εαυτό μου να σκέφτεται, όχι κάτι σημαντικό, διάφορα μικρά, προσωπικά, ένιωσα λίγο το χρόνο που κυλάει, είναι ωραία να είσαι μέρος του κόσμου, έστω και ανάμεσα σε αγνώστους, σε διαβάτες που δεν δίνουν μία για έναν που κάθεται σε κάποιο παγκάκι μέσα στο καταμεσήμερο, πήρα μια γεύση αυτού που ένιωθα ότι (μου) έλειπε τον καιρό της καραντίνας : "άνθρωποι περπατούν σε ένα δρόμο στο κέντρο της Αθήνας, άλλοι πηγαίνουν σπίτια τους, άλλοι στις δουλειές τους, κάποιοι βολτάρουν ή βιάζονται να προλάβουν το λεωφορείο", σαν να επέστρεψε η ζωή κάτω από τον ήλιο, δίπλα απ' τα τσιμέντα που αρχίζουν να βράζουν και τα αυτοκίνητα, βασική αλλά ωραία αίσθηση αυτή, καθόλου δεδομένη τελικά. Άρχισα να παρατηρώ τα παπούτσια μου, τις πλάκες του πεζοδρομίου, τα δάχτυλα των χεριών μου, το τσιγάρο πως καίγεται, τα μπαλκόνια απέναντι, πρέπει να έπεσαν κάπως οι παλμοί, σαν ένα τέταρτο ελαφρύ μεσημεριάτικου ύπνου μια μέρα που ξύπνησες αξημέρωτα, δεν ξέρω τι σκεφτόμουν ακριβώς τη στιγμή που χτύπησε το (ακουμπισμένο δίπλα μου) κινητό - απάντησα στο πρώτο κουδούνισμα / τέλος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου