Στα πρόθυρα του άσθματος τρέχοντας, η άκρη του ματιού του περισσότερο αισθάνεται παρά βλέπει μια πινακίδα σχήματος STOP που γράφει "Ο Μωάμεθ δεν εικονογραφείται". Παραβλέπει, είπαμε, τρέχοντας, είμαστε όλοι σκιτσογράφοι, σκέφτεται, χωρίς να πάρει το πόδι απ' το γκάζι, και θυμάται στην τηλεόραση τον πρωθυπουργό μπροστά από ένα φράκτη να παίζει σαξόφωνο πάνω σε σκισμένα μνημόνια. Κάνει προφανώς κρύο, πίσω η περίφραξη να βαθαίνει το κάδρο, προοπτική δίνοντας απεριόριστη, μπροστά κοράνια να πέφτουν προσβλητικά στις λάσπες, κάπου την ξέρω τη μελωδία αυτή, σκέφτεται, στο βάθος πλοία γεμάτα απλήρωτες εισφορές να βυθίζονται, μια Μεσόγειος γεμάτη αποκόμματα, λεύκωμα κυμάτων που έσκασαν, στη θέση του μέλλοντος μόνο βυθός. Μια θάλασσα μικρή, είναι το καλοκαίρι μου, το βρήκα, αυτό έπαιζε, είμαι κι εγώ σκιτσογράφος τηλεοπτικών σκίτσων με μουσικό αυτί, είμαι κι εγώ ποτάμι και τρέχω να φτάσω στη θάλασσα, τα παπούτσια μου γέμισαν νερό και κάθε βήμα βγάζει αφρούς. Επιληπτικού τρεξίματος συνέχεια, υποψήφιος βουλευτής με το Ποτάμι, σα φωτομοντέλο που το κυνηγάνε σκυλιά - σε βλέπεις άτσαλο στις βιτρίνες, το σακίδιο πάνω κάτω, περισσότερο αισθάνεσαι παρά βλέπεις. Είπαμε, παραβλέπεις, τόσο που χαλάει το τρανζίστορ του ισογείου, ίσα ίσα να κάνει σαρδάμ ο Φοίβος που πρώτος αισθάνθηκε "του βυθού της τα κοράνια", δεν είσαι λιώμα, είναι το χάλια τραγουδισμένο από τη χορωδία των παιδιών της Γκερέκου, κι ο πρωθυπουργός στη γωνία με το σαξόφωνο, να παίζει τραγούδια παραδοσιακά της ασφάλειας και της περίφραξης, η απειλή είναι στην πόρτα του ισογείου, σ' απειλεί ν' ανοίξεις, να δώσεις τον κωδικό. Άνοιξε που να πάρει - έχεις παιδί, άνοιξε μην τρέχεις, τον κωδικό - ή μήπως έπρεπε να σταματήσεις σ' εκείνο το στοπ που δεν είδες ; Των κωδικών της περίφραξης των σκιτσογράφων ο πρωθυπουργός τι χρώμα μάτια έχει, άραγε ; - Κορανί, είπε και πυροβόλησε στον αέρα, μέσα στον πνεύμονα, θρυμματίζοντας θρησκείες, πιλάφια τύπου Γ' και δουλέμπορους με τρία επώνυμα ο καθένας που οι άπειροι συνδυασμοί τους σημαίνουν Ρουπακιάς. Στ' αραβικά, πάντα. Κάπου συμπλέκονται με το Λιμενικό, κάποιοι άλλοι, εννοείται ξένοι, ο φράκτης σας - η υπερωρία μας, φωνάζουν, το σκίτσο σας γαμώ, ποτέ δεν δείχνεις θάνατο σ' αρχαία ελληνική τραγωδία, απαγόρευσης εικονογραφήσεων συνέχεια, τον κόσμο σας με τις εικόνες σας του θεάματος γαμώ, εγώ ο ορφανός από μάνα, ο με πατέρα παπά πολύτεκνο από την Ικαρία, την έδρα της έλλειψης σκιτσογραφώ, μέχρι που βγαίνει τρέχοντας απ' το παντοπωλείο των Εβραίων κορυφαίος Έλληνας Υπουργός, η ομηρία του τελείωσε, θα δώσει το πρωί συνέντευξη στον Πορτοσάλτε, γελάει μέσα του και θέλει ένα τσιγάρο άπειρα αλλά πρέπει να σταματήσει να τρέχει σαν τρελός, χωρίς να ξέρει αν είναι ακόμα ασφαλής, αν οι εκλογές τελείωσαν, αν ο ιός του Σύριζα δεν κατέστρεψε το ίντερνετ της ευρωζώνης, αν και στα εϊτιεμζ δεν είδε ουρές αλλά μπορεί και να ψηφίζουν αύριο, δεν θυμάμαι πόσες μέρες τρέχοντας πέρασαν, ή πόσες μέρες ομηρίας, του πήραν το κινητό οι εγκληματίες οι μωαμεθανοί, εγώ πάλι μόνο κάτι σαν στοπ θυμάμαι που πέρασα αν και ελέγχοντας, ακινητοποιώντας τους τροχούς θα πω στο δικαστήριο σίγουρα, στο σκίτσο μου η σφαίρα αποκρούεται από ένα σφράγισμα στο δόντι, όχι, σαξόφωνο να παίζει αμέριμνος μπροστά από της ευημερίας μας το φράκτη και δόντια από σκυλιά λυσσασμένα να τρώνε σελίδες απ' το κοράνι, στη δεξιά γωνία, και στο 'να κολάρο του σκύλου να γράφει Vorides, ή je suis Georgiades, και να περνάνε οννεδίτες με παλτά κι ομπρέλες και να πετούν κέρματα (δίευρα) και χαρτονομίσματα μέσα σε μια θήκη από σαξόφωνο - όχι, αν παρατηρήσεις καλά αυτό που είναι ανοιγμένο μπροστά του είναι ένα ανοικτό άδειο παιδικό φέρετρο, μ' επένδυση κόκκινου ισλαμικού βελούδου, όχι, πολύ μελό και κακό μελό - αμερικάνικο, βγάλε το φέρετρο, άσε το φράκτη, με σκίτσα παιδικά πάνω του να γράφουν Μωάμεθ σε όλες τις γλώσσες καρφιτσωμένα προς Τουρκία και σχέδια με πλάσματα ροζ, τσολιάδες ελληνοφρένειας να χορεύουν μπροστά απ' το σαξοφωνίστα αρχηγό, τα σκυλιά με το κολάρο εκεί - μου άρεσαν, βάλε και ένα καναπέ ΙΚΕΑ και δύο πουτάνες να κάθονται πάνω του, η μια να ρίχνει πασιέντζα και η άλλη να μετράει λεφτά, αυτή με τα λεφτά να κάθεται στο μπράτσο του καναπέ, δίπλα απ' τη σκιά του αρχηγού, και από πάνω να πετάνε πέντε στρατιωτικά ελικόπτερα και από κάτω βάλε μια λεζάντα στα γαλλικά - Δεν ξέρω τι λεζάντα, δεν μπορώ τώρα, τρέχω, σκέψου κάτι, σχετικά με την ελευθερία και το ισλάμ, με το δικαίωμα της πουτάνας να ρίχνει τα χαρτιά, να 'χει να κάνει με την κουλτούρα της ΟΝΝΕΔ και με την Ελληνοφρένεια μαζί, με τη Γκερέκου να κάνει τζόκιγκ πλάι στο Βορίδη, το βρήκα : γράψε "η αλληλεγγύη της δύσης" στα γαλλικά, ή γύρνα το ανάποδα και γράψε από κάτω "Μύκονος". Άντε γαμήσου κι εσύ είπε και το 'κλεισε το τηλέφωνο, ή του το έκλεψαν, δεν κατάλαβε ποτέ. Τηλέφωνο δεν είχε, σταμάτησε να τρέχει και έβαλε τα χέρια στα γόνατά του πάνω. Έσκυψε το κεφάλι - πρώτη φορά - από κούραση. Εκεί, πάνω στην άσφαλτο είδε το σκίτσο του με κιμωλία να έχει ήδη συμβεί : ο πρωθυπουργός να παίζει ένα σαξόφωνο (που επάνω του γράφει πλέει μπάκ), στο αναλόγιο το μνημόνιο, τα σκυλιά όπως τα φαντάστηκε στην κάτω δεξιά γωνία, λυσσασμένα να τρώνε σελίδες απ' το κοράνι και πίσω ένας φράχτης, ένα τεράστιο καρώ ενυδρείο, κοράνια στο βυθό και πτώματα αγκαλιασμένα μακάρια, πίσω από την περίφραξη ένα διάφανο φράγμα δηλαδή, τεχνητό να πούμε, γεμάτο νερό, μια θάλασσα μικρή νεκροταφείο σκέτο, μουσουλμανικό και υποβρύχιο, ησυχία τάφου, με ένα πλοίο επάνω στο νερό να πλέει γεμάτο ψυχές με αλλοδαπά όνειρα, ο ήλιος να δύει σε λίγο και να κάνει πολύ κρύο ήδη. Τέλειο, σκέφτηκε, χωρίς καμία τρύπα στην περίφραξη, κι έτσι, χωρίς τιρμπουσόν, χωρίς ρωγμή, το έδωσε για δημοσίευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου