Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Χριστουγεννιάτικες μυρωδιές

Προσπάθησε να απεικονίσει με ένα γράφημα στο μυαλό του τη σχέση της αργοπορίας του λεωφορείου με τη σταδιακή κατάληψη τμήματος του οδοστρώματος από τον κόσμο στη στάση, πόσα εκατοστά μπαίνει ο μέσος άνθρωπος στην άσφαλτο το λεπτό, σε γενικές γραμμές, αν το φαινόμενο παρατηρείται μόνο σε στάσεις που προηγούνται δεξιές στροφές ή αν συμβαίνει και στις ευθείες, ποιες είναι οι πιθανότητες ο οδηγός να κατανοήσει την ανυπομονησία του κουρασμένου του κοινού, σταθμεύοντας σχεδόν στη μέση του δρόμου, αντιλαμβανόμενος την ανάλογη με την αργοπορία του μέσου επέκταση του χώρου αναμονής, πόσες να κατευθυνθεί κατά πάνω τους με εκείνο το βαριεστημένα επαγγελματικό γκάζι της απρόσφορης απειλής, μόνο και μόνο για να επιστρέψουν στο πεζοδρόμιο, για να μάθουν να μη βγαίνουν στο δρόμο, ως γνωστόν όλοι κρύβουμε έναν ματά μέσα μας, γιατί να μην υπάρχει και πίσω από ένα τιμόνι, και αναλογιζόμενος αυτά μπήκε από την πίσω πόρτα, εκείνη με το λιγότερο κόσμο, την ίδια απ' την οποία είχε μπει και ένας άστεγος πιο πριν, που καθόταν μαζεμένος στη γωνία της γαλαρίας. Ασφυκτικά γεμάτο το τρόλει, όσο ασφυκτική και η μυρωδιά του άστεγου, όχι παραπάνω, αλλά αυτόματα δημιουργήθηκε μια ακτίνα κενού ενός μέτρου, οι θέσεις πλάι του επιδεικτικά άδειες, αρχίσαν διάφορες κυρίες τα γελάκια, να πιάνουν με αγένεια τις μύτες τους που δεν είχαν ποτέ μυρίσει την απόλυτη φτώχεια μέχρι εκείνη την Παρασκευή, παραμονές των Χριστουγέννων, κάποιοι φώναξαν στους πιο μπροστά να ανοίξουν ένα παράθυρο, κι όπως άνοιγε εκείνο άνοιξε κι η ψιλή κουβέντα των άσπονδων εχθρών της κάθε είδους βρώμας, απ' όπου κι αν προέρχεται, μια είπε ότι δεν τον πρόσεξε κι έκανε το λάθος να κάτσει δίπλα του, αρχικά, αλλά μετά η μύτη της τη σήκωσε και την έφερε δίπλα από μια κυρία που δήλωσε ότι και να σηκωνόταν αυτή η εστία μόλυνσης, αυτή η αντιδιαφήμιση του αξ, δεν υπήρχε περίπτωση να πάει να κάτσει στη θέση του μετά, αφήνει ίζημα η μπόχα, το ίδιο άλλωστε κάνει και με τους μαύρους, που μυρίζουν το ίδιο, ωραία ευκαιρία σκέφτηκε για να πει τα δικά του κι ένα φασιστάκι της μεσαίας τάξης, λίγο πιο πίσω, κάτι για τη βρώμα όλων των μεταναστών, κάτι νοσταλγικά για την ωραία εποχή της χούντας, συμφώνησαν, χρειαζόμαστε ένα Στάλιν, Χίτλερ, όχι Χίτλερ, αυτός ήταν αγγελούδι μπροστά στο Στάλιν, η κατάσταση στην Ελλάδα απαιτεί ριζικές λύσεις, γέλασαν, συνέχισαν, σοβαροί μορφωμένοι άνθρωποι τυχαία σ' ένα τρόλει ενωμένοι από μια μυρωδιά συζητούν για το κοινό μας μέλλον, όνειρα λύσεων φασισμού για όλα μας τα προβλήματα, εκείνος στην άκρη του κενού, στο ένα μέτρο από την αρχική πηγή της άδολης μόλυνσης, δίπλα ακριβώς από την άλλη, την σοβαρότερη, της κοινής συνειδητής επιλογής, πάτησε το κουμπί της στάσης με τάση για εμετό, το κόκκινο φωτάκι κάτι πρέπει να ερέθισε στους ταύρους της σωματικής καθαρ(ι)ότητας, άρχισαν να προτρέπουν με φωνές τον άστεγο να κατέβει, δεν είναι πράγματα αυτά, θα σκάσουμε, εκείνος ευτυχώς ατάραχος, καλά, δεν καταλαβαίνει ; αναρωτήθηκε η πρώτη, εκείνη που κατά λάθος είχε κάτσει δίπλα του, ο ήρωάς μας στον κόσμο του, όρθιος, προσπαθούσε να πάρει μια μυρωδιά της σχέσης της βρώμας με τη δημοσκοπική άνοδο της Χρυσής Αυγής, του πόσο εύκολο είναι πια να σε πετάξουν έξω από ένα λεωφορείο, τον είχαν διώξει αμετάκλητα από εκείνο, που το περίμενε για περισσότερη από μισή ώρα στη στάση, αφού έδωσε στον άστεγο το εισιτήριό του, κατέβηκε στο κρύο να περπατήσει, ποιος ξέρει τι θα σκεφτόντουσαν μετά για να τον κατεβάσουν, εκείνος στη θέση του, καμία αντίδραση, πόσο τυχερός είμαι που κάνω κάθε πρωί μπάνιο, σκέφτηκε, που μπορώ και κάνω, πόσο βρωμάνε τα λόγια κάποιων ανθρώπων, πόσο εύκολα σε διαλύουν, πως πλένει κανείς τα λόγια του, άραγε, ποια η σχέση αυτού που λέει κάποιος με τον πόνο αυτού που ακούει, ποια η μυρωδιά των λέξεων, τι γίνεται με τη μπόχα μέσα μας μετά θάνατον, παύει ή γυρίζει στη γη με άλλη μορφή, ποια η σχέση της λέξης σκατόψυχος με τις λέξεις που επιλέγει κανείς να εκβάλλει στον κόσμο, και, τελικά, σκατόψυχος γεννιέσαι ή γίνεσαι ; Μια ζωή γελοίες ερωτήσεις, άναψε ένα τσιγάρο, θυμήθηκε τη φιλόλογό του στο Γυμνάσιο, την κα Σταματούκου, που τότε τους έλεγε "Δεν υπάρχουν βρώμικες λέξεις, μόνο βρώμικα μυαλά", αντικατέστησε τις "λέξεις" με το "σώματα", φαντάστηκε ότι ο άστεγος φαντάστηκε ένα γιαπωνέζικο κήπο, έπειτα σκέφτηκε τα σπίτια της δεξιάς παρέας μέσα, τις κουζίνες των, παραμονή Χριστουγέννων, μυρωδιές Παρλιάρου κι αγριογούρουνου, προσευχή στο τραπέζι, δόντια που κόβουν κρέας, στόματα που ανοιγοκλείνουν ασχήμιες, παιδιά ν' ακούνε, κανείς πια δεν ξέρει τι να περιμένει.                         

1 σχόλιο: