"Φαίνεται πως οδεύουμε προς μια νεοπροσδιοριζόμενη δημοκρατία που ελαχιστοποιεί το κόστος, μια δημοκρατία που παραβλέπει ότι η τήρηση των έννομων διαδικασιών συνεπάγεται την ανάλωση χρόνου, μια νέα και πρωτόγνωρη "οιονεί δημοκρατία", που ισχύει μόνο στο μέτρο που δεν εμφανίζεται παραγωγικά "ασύμφορη". Ποτέ πριν ο τεχνοκρατικός λόγος δεν είχε διαβρώσει τόσο αποτελεσματικά τις αξιακές αφετηρίες του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού. Η ελεύθερη αγορά δεν έχει επιβάλει μόνο τα οργανωτικά της πρότυπα. Παρακάμπτοντας το θεμελιώδες φιλελεύθερο αξίωμα ότι το κράτος του νόμου είναι το αναντικατάστατο προπύργιο της κοινωνίας απέναντι στην απειλή της εξουσιαστικής αυθαιρεσίας, έχει επίσης επιβάλει και την πλήρη πρωτοκαθεδρία των ανελέητων αξιακών της αφετηριών. Λογικό και δίκαιο είναι πλέον μόνον ό,τι είναι χρήσιμο ... Το νέο αυτό ιδεολογικό εποικοδόμημα δεν πέφτει όμως από τον ουρανό. Η πρόσφατη σχετικοποίηση της σημασίας του κράτους δικαίου εξελίσσεται σε συνάρτηση με την παραδοχή ότι το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς και έκτακτης συνάμα ανάγκης."
Πέραν του διαπιστωμένου θριάμβου των κεντρικών παραδοχών της θεωρίας του ωφελιμισμού στην αρένα της πολιτικής θεωρίας και της δικαιοσύνης, τον οποίο εύστοχα περιγράφει ο Κων/νος Τσουκαλάς, στο παραπάνω απόσπασμα γίνεται και μια νύξη στο θέμα της ροής του χρόνου αναφορικά με την απονομή της δικαιοσύνης, και μάλιστα σε δύο σημεία αυτού : α) "η τήρηση των έννομων διαδικασιών συνεπάγεται την ανάλωση χρόνου" και β) "σε κατάσταση διαρκούς και έκτακτης συνάμα ανάγκης", τα οποία πιστεύω ότι ανταποκρίνονται σε δύο, σαφώς διακριτές μεταξύ τους, λειτουργίες της έννοιας του χρόνου, όπως αυτή πλέον γίνεται αντιληπτή από την σκοπιά του δικαίου.
Όσον αφορά στο στοιχείο α', είναι αλήθεια ότι μέχρι πριν, ο χρόνος ήταν για το νόμο μια απλή και μετρήσιμη υλική συνθήκη, μια σταθερά της εξίσωσης, ένα δεδομένο που λαμβανόταν υπ' όψιν με σχετική ασφάλεια, στο βαθμό που επάνω σε κάθε δικηγορικό γραφείο υπήρχε μια κλεψύδρα, που μετρούσε την αδυσώπητη, πλην σταθερή ροή του. Νομοθετικές προβλέψεις σαν τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή του αυτοφώρου πιστεύαμε ότι ξεπερνούσαν τα εμπόδια της έλλειψής του, φτιάξαμε κατασκευές σαν την κατάσταση πολιορκίας ή έκτακτης ανάγκης, γενικότερα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρχε πληθώρα νομικών εργαλείων για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψής του, και ότι ο χρόνος ήταν απλά μια εξωτερικά προκαθορισμένη συνθήκη της απονομής του δικαίου, δεδομένου ότι η έκδοση των δικαστικών αποφάσεων (πρέπει να) είναι αποτέλεσμα επίπονης πνευματικής διεργασίας, συχνά χρονοβόρας, σχετικά. Σήμερα, όμως, και καθώς οι όροι του παιγνίου του διαπροσωπικού συμβάντος έχουν συμπιεστεί σε μεγάλο βαθμό, χρονικά μιλώντας, το κοινωνικό αποτέλεσμα κάποιων πράξεων αναδεικνύεται πλέον ταχύτατα και η ανάγκη να αναχαιτιστεί έγκαιρα καταργεί παραδοσιακές έννοιες - προϋποθέσεις της ασφαλούς απονομής της δικαιοσύνης, μέχρι χθες : όταν το χυδαίο βίντεο αναρτηθεί στο διαδίκτυο και ο αριθμός των προβολών του γίνει μέσα σε διάστημα μιας ώρας πενταψήφιος, ποια δικαστική απόφαση μπορεί να εκδοθεί για να απαγορεύσει την προβολή του και να περιορίσει τη βλάβη του θύματος, τι προλαβαίνουμε να κάνουμε ; Γιατί να μην έχει τη σχετική δικαιοδοσία η υπηρεσία Ηλεκτρονικής Δίωξης της Αστυνομίας, προληπτικά και άνευ σχετικής δικαστικής απόφασης ;
Η ιδέα είναι σχετικά απλή και εκ πρώτης όψης φαίνεται μάλλον εύλογη, οπότε, στη βάση μιας κοινωνίας όπου "ο χρόνος είναι χρήμα" και η ταχύτητα εκθειάζεται ως κάτι πάνω κι από ιερό (π.χ. στην ενημέρωση, στις επικοινωνίες, στις μεταφορές κ.ο.κ.), γίναμε μάρτυρες μιας σειράς νομοθετημάτων που, εκκινώντας από την προσπάθεια για την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, καταλήγουν να καταλύουν σωρεία δικαιωμάτων, να εξαντλούν τα όρια του αυτοφώρου, να περιορίζουν ένδικα μέσα επειδή δήθεν λειτουργούσαν παρελκυστικά, να επιτίθενται δηλαδή σε σειρά ποιοτικών στοιχείων της απονομής του δικαίου με σκοπό, δήθεν, το χρονικό της "αδυνάτισμα", στη λογική της επίτευξης ταχύτερων αποτελεσμάτων. Ο προβληματισμός εδώ δεν διαφοροποιείται από το γενικότερο σάστισμα της ύπαρξης, σφαιρικότερα, στο μεταμοντέρνο περιβάλλον. Το να ισχυριστεί κανείς ότι απλά μεγάλωσε η διάμετρος της κλεψύδρας και ο χρόνος έχει γίνει προϊόν προς εξαφάνιση, όπως πριν δέκα χρόνια το νερό, όμως, δεν είναι απόλυτα από μόνο του ακριβές.
Η ασφαλέστερη οδός για να μελετηθεί ο χρόνος μέσα στο σύγχρονο νομικό πλαίσιο είναι μέσω της έννοιας της "κατάσταση ανάγκης" (υπό στοιχείο β'), από την οποία γίνεται αντιληπτό ότι η έννοια της έλλειψης χρόνου έχει αφομοιωθεί δομικά στο δικαϊικό μας σύστημα. Δυστυχώς, ο χρόνος που λείπει είναι πλέον στην καρδιά των αποφάσεων, στα παραγωγικά αίτια της νομοθετικής βούλησης, επηρεάζοντας πρωτογενώς τη νομοθετική παραγωγή, αλλά και το περιεχόμενο των δικαστικών μας αποφάσεων, δευτερευόντως. Η έννοια του (δολοφόνου των συνταγματικών ελευθεριών, κατά περιπτώσεις) γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, έτσι όπως αρθρώνεται στον τρέχοντα δημόσιο πολιτικό λόγο, φαίνεται ότι έχει διαβρώσει τις κεντρικές αρτηρίες του νομικού μας συστήματος, π.χ. μια απεργία ή μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας κινείται εκτός του δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτό εκφράζεται μέσα από την κεντρική τουριστική στόχευση της πρωτεύουσας, ή στο βαθμό που πλήττει, αόριστα, την οικονομία. Η άσκηση ατομικών δικαιωμάτων στοχοποιείται νομικά καθώς θέτει εν κινδύνω το γενικό μας συμφέρον : βλέπετε, πρέπει να αποφευχθεί η ανατίναξη της οικονομίας μας, την ίδια ώρα που η λήψη κεντρικών πολιτικών αποφάσεων γίνεται με το πιστόλι στον κρόταφο, καθώς πάλι χρόνος (π.χ. για διαβουλεύσεις) δεν υπάρχει. Ο χρόνος (ή η έλλειψή του, για να είμαστε πιο ακριβείς) έχει μετατραπεί σε οιονεί αόριστη νομική έννοια που μεταβάλει το πραγματικό των νομικών κανόνων, αναδεικνύεται σε βασικό όρο διαμόρφωσης του σύγχρονου κανονιστικού μας περιβάλλοντος, μακάρι να ήταν απλά βιαστικές οι επιλογές, η έλλειψη χρόνου αποτελεί κεντρική εσωτερική αστοχία της θεμελίωσης των νομικών κρίσεων, πάρτε για παράδειγμα σε πόσες μέρες μέσα καταστράφηκε η Κύπρος.
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς
(Η εφημερίδα των Συντακτών/22-23 Μαρτίου 2013, σελίδα 13)
Πέραν του διαπιστωμένου θριάμβου των κεντρικών παραδοχών της θεωρίας του ωφελιμισμού στην αρένα της πολιτικής θεωρίας και της δικαιοσύνης, τον οποίο εύστοχα περιγράφει ο Κων/νος Τσουκαλάς, στο παραπάνω απόσπασμα γίνεται και μια νύξη στο θέμα της ροής του χρόνου αναφορικά με την απονομή της δικαιοσύνης, και μάλιστα σε δύο σημεία αυτού : α) "η τήρηση των έννομων διαδικασιών συνεπάγεται την ανάλωση χρόνου" και β) "σε κατάσταση διαρκούς και έκτακτης συνάμα ανάγκης", τα οποία πιστεύω ότι ανταποκρίνονται σε δύο, σαφώς διακριτές μεταξύ τους, λειτουργίες της έννοιας του χρόνου, όπως αυτή πλέον γίνεται αντιληπτή από την σκοπιά του δικαίου.
Όσον αφορά στο στοιχείο α', είναι αλήθεια ότι μέχρι πριν, ο χρόνος ήταν για το νόμο μια απλή και μετρήσιμη υλική συνθήκη, μια σταθερά της εξίσωσης, ένα δεδομένο που λαμβανόταν υπ' όψιν με σχετική ασφάλεια, στο βαθμό που επάνω σε κάθε δικηγορικό γραφείο υπήρχε μια κλεψύδρα, που μετρούσε την αδυσώπητη, πλην σταθερή ροή του. Νομοθετικές προβλέψεις σαν τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή του αυτοφώρου πιστεύαμε ότι ξεπερνούσαν τα εμπόδια της έλλειψής του, φτιάξαμε κατασκευές σαν την κατάσταση πολιορκίας ή έκτακτης ανάγκης, γενικότερα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρχε πληθώρα νομικών εργαλείων για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψής του, και ότι ο χρόνος ήταν απλά μια εξωτερικά προκαθορισμένη συνθήκη της απονομής του δικαίου, δεδομένου ότι η έκδοση των δικαστικών αποφάσεων (πρέπει να) είναι αποτέλεσμα επίπονης πνευματικής διεργασίας, συχνά χρονοβόρας, σχετικά. Σήμερα, όμως, και καθώς οι όροι του παιγνίου του διαπροσωπικού συμβάντος έχουν συμπιεστεί σε μεγάλο βαθμό, χρονικά μιλώντας, το κοινωνικό αποτέλεσμα κάποιων πράξεων αναδεικνύεται πλέον ταχύτατα και η ανάγκη να αναχαιτιστεί έγκαιρα καταργεί παραδοσιακές έννοιες - προϋποθέσεις της ασφαλούς απονομής της δικαιοσύνης, μέχρι χθες : όταν το χυδαίο βίντεο αναρτηθεί στο διαδίκτυο και ο αριθμός των προβολών του γίνει μέσα σε διάστημα μιας ώρας πενταψήφιος, ποια δικαστική απόφαση μπορεί να εκδοθεί για να απαγορεύσει την προβολή του και να περιορίσει τη βλάβη του θύματος, τι προλαβαίνουμε να κάνουμε ; Γιατί να μην έχει τη σχετική δικαιοδοσία η υπηρεσία Ηλεκτρονικής Δίωξης της Αστυνομίας, προληπτικά και άνευ σχετικής δικαστικής απόφασης ;
Η ιδέα είναι σχετικά απλή και εκ πρώτης όψης φαίνεται μάλλον εύλογη, οπότε, στη βάση μιας κοινωνίας όπου "ο χρόνος είναι χρήμα" και η ταχύτητα εκθειάζεται ως κάτι πάνω κι από ιερό (π.χ. στην ενημέρωση, στις επικοινωνίες, στις μεταφορές κ.ο.κ.), γίναμε μάρτυρες μιας σειράς νομοθετημάτων που, εκκινώντας από την προσπάθεια για την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, καταλήγουν να καταλύουν σωρεία δικαιωμάτων, να εξαντλούν τα όρια του αυτοφώρου, να περιορίζουν ένδικα μέσα επειδή δήθεν λειτουργούσαν παρελκυστικά, να επιτίθενται δηλαδή σε σειρά ποιοτικών στοιχείων της απονομής του δικαίου με σκοπό, δήθεν, το χρονικό της "αδυνάτισμα", στη λογική της επίτευξης ταχύτερων αποτελεσμάτων. Ο προβληματισμός εδώ δεν διαφοροποιείται από το γενικότερο σάστισμα της ύπαρξης, σφαιρικότερα, στο μεταμοντέρνο περιβάλλον. Το να ισχυριστεί κανείς ότι απλά μεγάλωσε η διάμετρος της κλεψύδρας και ο χρόνος έχει γίνει προϊόν προς εξαφάνιση, όπως πριν δέκα χρόνια το νερό, όμως, δεν είναι απόλυτα από μόνο του ακριβές.
Η ασφαλέστερη οδός για να μελετηθεί ο χρόνος μέσα στο σύγχρονο νομικό πλαίσιο είναι μέσω της έννοιας της "κατάσταση ανάγκης" (υπό στοιχείο β'), από την οποία γίνεται αντιληπτό ότι η έννοια της έλλειψης χρόνου έχει αφομοιωθεί δομικά στο δικαϊικό μας σύστημα. Δυστυχώς, ο χρόνος που λείπει είναι πλέον στην καρδιά των αποφάσεων, στα παραγωγικά αίτια της νομοθετικής βούλησης, επηρεάζοντας πρωτογενώς τη νομοθετική παραγωγή, αλλά και το περιεχόμενο των δικαστικών μας αποφάσεων, δευτερευόντως. Η έννοια του (δολοφόνου των συνταγματικών ελευθεριών, κατά περιπτώσεις) γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, έτσι όπως αρθρώνεται στον τρέχοντα δημόσιο πολιτικό λόγο, φαίνεται ότι έχει διαβρώσει τις κεντρικές αρτηρίες του νομικού μας συστήματος, π.χ. μια απεργία ή μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας κινείται εκτός του δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτό εκφράζεται μέσα από την κεντρική τουριστική στόχευση της πρωτεύουσας, ή στο βαθμό που πλήττει, αόριστα, την οικονομία. Η άσκηση ατομικών δικαιωμάτων στοχοποιείται νομικά καθώς θέτει εν κινδύνω το γενικό μας συμφέρον : βλέπετε, πρέπει να αποφευχθεί η ανατίναξη της οικονομίας μας, την ίδια ώρα που η λήψη κεντρικών πολιτικών αποφάσεων γίνεται με το πιστόλι στον κρόταφο, καθώς πάλι χρόνος (π.χ. για διαβουλεύσεις) δεν υπάρχει. Ο χρόνος (ή η έλλειψή του, για να είμαστε πιο ακριβείς) έχει μετατραπεί σε οιονεί αόριστη νομική έννοια που μεταβάλει το πραγματικό των νομικών κανόνων, αναδεικνύεται σε βασικό όρο διαμόρφωσης του σύγχρονου κανονιστικού μας περιβάλλοντος, μακάρι να ήταν απλά βιαστικές οι επιλογές, η έλλειψη χρόνου αποτελεί κεντρική εσωτερική αστοχία της θεμελίωσης των νομικών κρίσεων, πάρτε για παράδειγμα σε πόσες μέρες μέσα καταστράφηκε η Κύπρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου