Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Τα pixels της άμμου

Πέρυσι το καλοκαίρι ήταν η πρώτη φορά που ένα παιδάκι πήγε σε παραλία. Είμαι σίγουρος ότι πολλά παιδάκια πήγαν για πρώτη φορά στη ζωή τους στη θάλασσα το 2009 αλλά εδώ, τώρα, θα γράψουμε για ένα συγκεκριμένο. Δεν θα κολλήσουμε στο ότι, πηγαίνοντας την κόρη μου με το αμάξι, αισθανόμουν κι εγώ μια περίεργη προσμονή του πως θα είναι, σα να πήγαινα κι εγώ για πρώτη φορά. Δεν θα κολλήσουμε στο που ήταν η παραλία, στο πότε και σε άλλες λεπτομέρειες, που σε διαφορετική περίπτωση θα σχολιάζαμε. Φύγαμε.

Φτάνουμε στην αμμουδιά εγώ, η γυναίκα μου και η ενός και κάτι κορούλα μας που έχει μάθει πρόσφατα τον τρόπο που περπατούν τα δίποδα. Η βασική ιδέα είναι απλή : α΄ φάση, εξοικείωση με το περιβάλλον έξω ακριβώς από τη θάλασσα και β΄ φάση είσοδος σε αυτή. Απλώνουμε την πετσέτα στην άμμο και αφήνουμε το βλαστάρι μας όρθιο πάνω σε αυτή, ούτως ώστε να παρατηρήσουμε αντιδράσεις μέχρι να βγάλουμε κι εμείς ρούχα και παπούτσια και να μείνουμε με το μαγιό. Το μπουμπούκι μας παγώνει και κάθεται όρθιο, ακίνητο και αμίλητο πάνω στην πετσέτα. Όταν τα ρούχα μας μπαίνουν στην τσάντα, καθόμαστε στην απλωμένη πετσέτα και βγάζουμε τα ρούχα και τα παπούτσια του μωρού. Του φοράμε ένα κόκκινο μαγιό, πιο μικρό και από πανάκι καθαρισμού γυαλιών, και το παροτρύνουμε να πατήσει ξιπόλητο στην άμμο, όπως κάνουμε ήδη κι εμείς, για να πάρει θάρρος. Θερμόμετρο δεν έχουμε φέρει μαζί μας για να πάρουμε τη θερμοκρασία των κόκκων, αλλά κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί εύλογα ότι η άμμος καίει ιδιαίτερα. Λίγο ζεστή σαν παντόφλες κάτω από καλοριφέρ το χειμώνα, αλλά δεν καίει, όχι.

Μόλις η μικρή κάνει θαρραλέα το πρώτο βήμα να πατήσει στην άμμο, ξεσπά σε έντονο κλάμμα, το οποίο δεν σταματά καθ' όλη τη διάρκεια της σκηνής που περιγράφουμε. Το δεξί της πελματάκι ακουμπά στην άμμο και αυτόματα τινάζεται πίσω στην ασφάλεια της πετσέτας, δίνοντας ένα σήμα στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο ότι αυτό το κορμάκι ποτέ ξανά δεν θα βρεθεί να στέκεται πάνω σε άμμο. Τους λόγους τους αγνοούμε, κι εμείς και το μωρό μάλλον. Κανείς δεν ξέρει γιατί. Άρα, κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να βοηθήσει. Το παιδάκι που σε όλες τις επιφάνειες από ξύλο και πλακάκια του σπιτιού εξερευνά κάθε σπιθαμή, παρακάμπτοντας τα μη και τα πρόσεχε των μεγάλων, αρπάζοντας ό,τι φτάνει για να το περιεργαστεί, στέκεται αβοήθητο στη μέση μιας πετσέτας, στη μέση μιας παραλίας, στην άκρη ενός νησιού, στην αρχή της ζωής του, χωρίς κανείς να μπορεί να το βοηθήσει. Το ότι στην άμμο χορεύουν ο μπαμπάς και η μαμά για να δείξουν με παντομίμα πόσο ωραία είναι εκεί, το ότι είναι σχεδόν δίπλα της για να αισθάνεται οικεία φαίνεται πως δεν αρκεί. Στο τέλος απομακρυνθήκαμε λίγο απ' την πετσέτα μήπως η ανάγκη της μικρής να είναι κοντά μας την κάνει να κατέβει απ' αυτή αλλά μάταια, το κλάμα άρχισε να ραγίζει ποτήρια.

Σαν να απογειώθηκε ψηλά στον ουρανό, σαν κάτι καρτούν που κατά τύχη βρίσκονται πάνω σε μαγικό ιπτάμενο χαλί μέσα στα σύννεφα και δεν μπορούν να κατεβούν, η χρωματιστή πετσέτα είχε γίνει το πάτωμα κελλιού φυλακής γι' αυτό το παιδάκι, που μόνο αφού ήρθε στην αγκαλιά του μπαμπά σταμάτησε να οδύρεται, και όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι δεν ξανακούμπησε άμμο. Ό,τι μπάνιο κάναμε το 2009 ήταν σε πισίνα, χωρίς να ξέρουμε το λόγο. Γύρω από το τετράγωνο τυρκουάζ η μικρή έτρεχε ασταμάτητα, παίζοντας, προτιμώντας ξεκάθαρα το ψέμμα της πισίνας από την αλήθεια των κυμάτων της παραλίας.

Η εικόνα της να στέκει αβοήθητη στη μέση της πετσέτας, περιτριγυρισμένη από τη λευκή άμμο που απλωνόταν σαν έρημος και να κλαίει ... σαν αυτά που χαράσσουν οι ερωτευμένοι έφηβοι στα παγκάκια, στους κορμούς των δέντρων, έτσι έχει μείνει στο μυαλό μου, μόνιμα. Μνήμη δική μου και δική της, σαν οικογενειακό όνειρο, θα το αναφέρουμε στο μέλλον, σε κάποιο πρωινό και θα γελάσουμε με το τότε, με τα καμώματα του παρελθόντος, ιδίως αν σε δέκα χρόνια της αρέσουν οι ρακέτες. Παρέα μας εκείνο το πρωί θα τρώει δημητριακά και ο μπέμπης, που βγήκε στον κόσμο περίπου ένα μήνα μετά από εκείνη την ημέρα.

Και ο οποίος φέτος, όταν αφέθηκε κι αυτός πάνω σε μια πετσέτα, πάνω στην άμμο, μόνος του όπως η μικρή, σε μια επανάληψη του πειράματος που ονομάζουμε "εμείς κι ο κόσμος μας", κύλισε πάνω στα εκατομμύρια που τη συνθέτουν και άρχισε μπρούμυτα να κολυμπά μέσα της, χτυπώντας χέρια και πόδια ηδονικά, μέχρι που, έχοντας βάλει όλο το πρόσωπό του μέσα της, δοκίμασε και μια μπουκιά από τη γεύση της. Κι όταν κατάλαβε ότι δε τρώγεται ευχάριστα, γύρισε το κορμί του και με κοίταξε χαμογελώντας, ευτυχής και γεμάτος άμμο, στα χείλη, στ' αυτιά, πήρε μια χούφτα της στο χεράκι του και μου την πρόσφερε. Κι αφού το χέρι του (πάνω) με το χέρι μου από κάτω έφτιαξαν μια στιγμής κλεψύδρα για να μου χαρίσει το δώρο του, κατέληξε στην αγκαλιά μου κι αυτός, όπως κι η μικρούλα ένα χρόνο πριν.

Ένα άλλο φιλάκι, ο ήχος ενός φωτογραφικού φλας και η αποθήκευση μιας νέας εικόνας, ένας μπέμπης να ερωτοτροπεί με την άμμο, δίπλα στο αόρατο κελλί της αδερφής του. Κάπως έτσι φτιάχνονται τα οικογενειακά άλμπουμ.

Υ.Γ. Η μικρή πλέον πατάει στην άμμο, κάθεται και παίζει με τα κουβαδάκια της με τις ώρες, μόνο που, όταν κολλήσει άμμος στα χέρια της, αισθάνεται βρώμικη, σταματά και πάει στην άκρη της θάλασσας για να τα πλύνει. Κι όπως είναι έτσι βρεγμένα, επιστρέφει στα πλαστικά της εργαλεία και ξαναλερώνεται μονομιάς, και ξαναπηγαίνει στη θάλασσα κ.ο.κ. Αυτό το σισύφειο παιχνίδι της το λέει "κουβαδάκια" και της αρέσει.

Στο μεταξύ, ο μπέμπης έχει ακόμα κόκκους άμμου στις ρίζες των μαλλιών του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου