Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

Ο κόσμος του φέρι μποτ

Αν ανατρέξεις στον χρόνο εκείνο με τα ρέστα από το ψιλικατζίδικο στο χέρι για να τα δώσεις στο γονιό, με τα τσιγάρα στο ίδιο ή στο άλλο χέρι, τότε που τα τσιγάρα ήταν πάντα Καρέλια λάιτς και το χρήμα δραχμές, θα δεις έναν άλλο κόσμο, η μέρα με τη νύχτα που λένε. Κασέτα πριν απ' το you tube, οι γυναίκες να μην κρατάνε την τσάντα τους στο λεωφορείο χιαστί σαν ταχυδρόμοι ή σαν την παρθενιά τους, καγκουρό της καχυποψίας των αλλοδαπών λωποδυτών που μας περιβάλλουν παντού, γιαγιάδες πάνω στην καρέκλα του γύφτου στην Καισαριανή, απέναντι από άλλες (γιαγιάδες πάνω στην καρέκλα του γύφτου στην Καισαριανή), λόγια φωναχτά και παιδιά μόνα τους από γονείς, μαζί με άλλα παιδιά, όταν το κινητό ήταν μια παρέα συνομηλίκων, αν το παιδί έσκισε το γόνατο, αν έκλεψε κάτι στο φούρνο, με ποιον πλακώθηκε, γιατί γύρισε αφού βράδιασε, τότε που η αλάνα ήταν για το παιδί τηλεόραση και για το ζευγάρι προσπάθεια για αδερφάκι, κάθε μέρα προσπάθεια για αδερφάκι, ενώ τα διόδια τα έβλεπες μονάχα στα μεγάλα ταξίδια, σαν ουράνιο τόξο, και είχε σημασία να περάσεις τα διόδια γιατί θα ήσουν σε λίγο αλλού, τα διόδια ήταν πέρασμα με σημασία, αλλά όλα αυτά στον κόσμο του φέρι - μποτ, πριν το Γκλέτσο, πριν τη  μεγάλη γέφυρα, την είπαν τη μεγαλύτερη στο είδος της. Γιατί τώρα, εκεί που σε 90'' περνάς τη θάλασσα απλά, μια ευθεία, τότε έπρεπε να κατέβεις και να πάρεις το πλοίο, να ανεβείς εκείνα τα σκαλάκια δεξιά ή αριστερά, να σου χαλάσει ο αέρας τα μαλλιά, να περιμένεις αυτόν που πληρώνει για να τον δείξεις στον χοντρό με τα εισιτήρια, να ανεβείς κι άλλα και να μπεις σε εκείνο τον ξύλινο κόσμο που μύριζε τοστ και αρμύρα, κανα ηλεκτρονικό, κανα κράκερ οι γλάροι, πολύ καυσαέριο και ωραίες γυναίκες (άλλων), αστείες φάτσες και βρωμερές τουαλέτες, πολύ μπόχα λέμε, η μια ακτή να απομακρύνεται και η άλλη να πλησιάζει, αίσθηση του χρόνου και της απόστασης, intermission στο σινεμά του πάω-στο-χωριό-του-μπαμπά, θα σε περιμένουμε όπως βγαίνεις δεξιά, καταπέλτης, νάτοι - μπείτε, ταξίδι μέσα στο ταξίδι, μπάμπουσκα πηγαιμού, ύστερα ν' αφήνεις τη θάλασσα πίσω σου. Είναι εξαιρετικής σημασίας ν' αφήνεις τη θάλασσα πίσω σου όταν πας κάπου, στον αγαπημένο σου παππού φερ' ειπείν, έχεις την αίσθηση ότι ξέρεις που πας. Ότι ξέρεις τι είσαι - π.χ. εγγονός. Το θέμα δεν είναι η νοσταλγία των περασμένων ιδιοτήτων, όμως. Το παρελθόν έχει τη βαρύτητα που του δίνει ο εγκέφαλος του καθενός, στάχτη τσιγάρου ή ρινόκερος. Το θέμα είναι τι κάνεις όταν δούλευες για χρόνια λέγοντας στους κουρασμένους οδηγούς πως να παρκάρουν, όταν κατέβαζες τον καταπέλτη και έφευγαν όλοι και έβλεπες δίπλα σου τους πυλώνες σιγά σιγά να στήνονται. Και ήλπιζες ότι αργεί ακόμα η γέφυρα, μέχρι που η κορδέλα της κόπηκε και δεν είχες ακόμα δικαίωμα στη σύνταξη, μέχρι που τα φέρι μποτ έγιναν προϋπηρεσία. Στον κόσμο της (κάθε) ζεύξης, να καταλαβαίνεις πως είσαι το φέρι μποτ. Ιδιότης κτηθείσα εν τω στρατεύματι, να παλεύεις με διδακτορικά και σπουδαίους τίτλους της αλλοδαπής. Με την ίδια την ανάπτυξη, που δεν σε περιλαμβάνει. Πρέπει να παραμείνεις αισιόδοξος, σου λένε, η ταλαιπωρία είναι προσωρινή, τα έργα θα είναι μόνιμα, σαν τάφος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου