Σήμερα ήταν ντυμένος οδηγός λεωφορείου, γκρι πουκάμισο κάτω από μια μάλλινη καζάκα και μπλε παλτό, σχεδόν ναυτικό. Δεν απεργούσε. Τα μαλλιά του ακριβώς ίδιο χρώμα με το πουκάμισο. Πιο καστανά, πιο νέος πρέπει να διαδήλωνε κι αυτός, πιστεύω. Το μαγαζί κρύο, πήγαμε κι εμείς νωρίς, μας σέρβιρε φορώντας το παλτό. Κάθε φορά δούλευε χωρίς αυτό - με ποδιά μάγειρα. Αλλά σήμερα με - και χωρίς. Αφού τελείωσε την παραγγελία κάθισε έξω απ' το μαγαζί, στο πεζοδρόμιο, τον κοίταζα απ' το τζάμι. Μίλησε με δυο περαστικούς, μάλλον γείτονες, στην ηλικία του, χαιρέτησε οδηγούς που πέρασαν και κόρναραν. Αγαπητός, σκέφτηκα. Όχι μόνο σε μένα. Έδειχνε κουρασμένος σήμερα, έκατσε κι έξω, σα να τον ενοχλούσαμε, λες και είχε μπουτίκ. Και αναδουλειά. Τις τελευταίες φορές κάθε που φέρνει τα φαγητά σου λέει και κάτι για τον Παπανδρέου, κάτι πικρό, παραπονεμένο το χαμόγελο. Άνθρωπος απ' τους παλιούς, η δουλειά του και η ζωή του που τελειώνει το ένα και που αρχίζει το άλλο δεν ξέρει. Η δουλειά - ταυτότητα. Το μαγαζί εγώ του. Τιμή. Δεν πάνε καλά οι δουλειές τελευταία, αυτό είναι βέβαιο. Κάθε φορά και πιο λίγοι οι πελάτες. Η αισθητική Μποτρίνι τα γάμησε τα μαγέρικα, τα βούλιαξε. Βάψ' το λαχανί Γιάννη, να πιάσει. Γιατί στο φαγητό πρόβλημα δεν έχεις. Είναι η διακόσμηση, η μυρωδιά, άσε που πάλιωσες και συ μαζί με τις καρέκλες. Με τις μουσικές σου και τις ιδέες σου μαζί. Και όταν βαραίνεις - είσαι και στη δουλειά και στην απεργία βαρύς. Στο βάθος του μαγαζιού μια ροζ πόλο τσάντα, σχολική, γυμνάσιου. Μάλλον της εγγονής, ήρθε πιο μετά, μπήκαν μέσα, έκατσαν μαζί, μια χαλαρή παρτίδα τάβλι. Φεύγοντας, πρώτη φορά ο κυρ Γιάννης μας χαιρέτησε από μακριά, πρώτη φορά δεν μας ξεπροβόδισε. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν ξέρω αν απεργούσε σήμερα. Το μαγαζί ήταν ανοιχτό αλλά ο κυρ Γιάννης δεν ήταν εκεί να το φωτίζει. Δεν ξέρω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου