Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Μαμούθ στην Κλαυθμώνος

Σύμφωνα με τον πλέον πρόσφατο νεοελληνικό μύθο, ο Γρηγορόπουλος σκότωσε το κέντρο της Αθήνας. Ή μαλλον, οι ταραχές μετά τη δολοφονία του παιδιού, οι φωτιές και η αίσθηση της επικινδυνότητας που τις περιβάλλει έδωσαν τη χαριστική βολή σε αυτό που κάποτε ονομάζαμε κέντρο της πόλης μας. Γιατί, όπως και να το κάνεις, ο Γρηγορόπουλος δεν σκότωσε ποτέ κανένα, αντίθετα απ' τον Κορκονέα.

[Ο μύθος αυτός, όπως κάθε καινούργιος μύθος, εξυφαίνεται απ' την τηλεόραση, ας την πούμε Κλωθώ. Με αυτό το δεδομένο ρωτούν οι έγκριτοι δημοσιογράφοι, χωρίς να το διαψεύσουν απαντούν οι διανοούμενοι, οι πολιτικοί, κι ο Δήμαρχος ο ίδιος ακόμη, ή κάνουν, έστω, ότι απαντούν στην ερώτηση. Και κάπως έτσι, αμάσητο ύστερα το καταπίνει ο μπέμπης που ονομάζουνε κοινή γνώμη.]

Είναι όμως έτσι ; Η Σταδίου γέμισε αλουμινόφυλλα λόγω του Δεκεμβρίου του 2008 ; Τα πορτοκαλί "ενοικιάζεται" τσιρότα στην πόρτα κάθε πολυκατοικίας μπήκαν για να κλείσουν οι πληγές του ταραγμένου εκείνου μήνα ; Τα τζάνκια άρχισαν τη χρήση την 1η 1ου 2009 ; Για να το λένε στην τηλεόραση, έτσι μόνο δεν θα 'ναι.

Πρώτα πρώτα, η δουλειά άρχισε με τους μετανάστες, περί τα μέσα της δεκαετίας του '90. Αλβανοί κι Ομόνοια, μαύροι και Πατησίων, Ρουμάνοι κι Αχαρνών, φτηνά τα νοίκια στα γεμάτα κατσαρίδες ημιυπόγεια του κέντρου, που οι ιδιοκτήτες τους τα σερβίρουν στο τηλέφωνο ημι/ισόγεια για να στα νοικιάσουν.

Πολύ γρήγορα, το βελάκι που έδειχνε στους αλλογενείς το κέντρο - ας το πούμε ηλεκτρικό σιδηρόδρομο - για τους ημεδαπούς έγινε δείκτης αγάλματος που σ' έστελνε στα προάστια - ας το πούμε μετρό. Μέσα στη βροχή των τραπεζικών πιστώσεων δεν ήταν καθόλου δύσκολο μια δημόσια υπάλληλος, διαζευγμένη μητέρα δύο παιδιών, ας την πούμε μάνα μου, να βρει διαμέρισμα να αγοράσει με δάνειο, ακόμη και σε μια ακριβή, σαν το Χαλάνδρι, περιοχή.

Η σκέψη, όπως κάθε σκέψη που εκρήγνυται σε χιλιάδες κεφάλια ταυτόχρονα, ήταν πιο απλή κι από εγκεφαλικό : Τι είμαι γω για να ζω εδώ, μαζί με αυτούς (τους λαθρομετανάστες), φτωχός ; Δεν θέλω να αισθάνομαι αποτυχημένος. Πάω να φύγω, λοιπόν, αφού μπορώ. Απλή και πεντακάθαρη σκέψη, ίδια ακριβώς με την απουσία της, καθαρή σαν άδειο σπίτι.

Γιατί, πολλοί από τους πανέξυπνους κατοίκους αυτής της πόλης που πήγαν να ζήσουν στο Ελληνικό ή στο Γέρακα, είχαν ιδιόκτητα διαμερίσματα στο κέντρο, τα οποία μάλιστα δεν τα νοίκιασαν φεύγοντας σε κανένα, διότι οι μεν Έλληνες έφευγαν, οι δε ξένοι τους βρώμαγαν.

Ας είναι, όμως, είπαν (στην τηλεόραση). Και κάπως έτσι φτάσαμε η Πειραιώς διακόσια μέτρα απ' την Ομόνοια να μοιάζει με δρόμο του Δελχί, ενώ γωνία με Γερανίου ψωνίζονταν ανενόχλητα αλλογενή δεκατριάχρονα. 

Σημ. Έχουμε ήδη διαβεί το κατώφλι του 2000, δεν θυμάμαι σε πια απ' τις προηγούμενες παραγράφους, αλλά είμαστε πριν το 2004 ακόμα.

Κάπως έτσι, οι μόνιμοι κάτοικοι του κέντρου με ελληνική υπηκοότητα δεν διανυκτέρευαν εκεί. Κατέβαιναν με τα μέσα το πρωί, πήγαιναν στη δουλειά τους, ψώνιζαν, έπιναν καφέδες ή έτρωγαν, δεν κατούραγαν δημόσια και το βράδυ επέστρεφαν σπίτια τους. Ήταν στην πλειοψηφία τους δημόσιοι υπάλληλοι, ή ιδιωτικοί που τα καταστήματα που τους απασχολούσαν υπήρχαν λόγω των δημοσίων.

Αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν νοιάζονταν για τίποτε, απολύτως, απ' όλα αυτά. Οι εναπομείναντες μόνιμοι κάτοικοι του κέντρου αυτής της πόλης συνέχιζαν να ψωνίζουν ανενόχλητοι, εν ώρα εργασίας ή μετά, εν ώρα εργασίας ή πριν, καμία σημασία δεν υπάρχει, ούτε και έλεγχος, άλλωστε. Σημασία έχει ότι ψώνιζαν καλλυντικά, ρούχα, παπούτσια, έπιπλα, έπαιζαν στοίχημα ή τον Παπά, διότι είχαν χρήματα.

Κι ύστερα ήρθαν τρεις πυροβολισμοί εκείνη την αποφράδα νύχτα του Αγίου Νικολάου, και μετά από τρεις μήνες η ιστορία αυτή είχε τελειώσει. 

Η θέση όμως, εδώ, τώρα, είναι πως δεν είναι αυτό το θέμα της Αθήνας : Μνημόνιο το λένε το θέμα. 

Το μνημόνιο και οι οριζόντιες περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων που αυτό επέφερε σκότωσαν το κέντρο της Αθήνας. Οριζόντιες σαν χτύπημα με ξίφος κατάστηθα. That' s for sure. Μιλάμε για τότε που εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι είδαν τα πορτοφόλια τους ν' αδειάζουν και να μην ξαναγεμίζουν. Τότε που οι δεκάδες πύργοι των υπουργείων, στη Σταδίου, φερ' ειπείν, κατεδαφίστηκαν μονομιάς, απ' το στιλό στο χέρι των κυβερνώντων. Πάνε οι τσάντες χόντος σέντερ, σαν χαρτιά στον αέρα ... και κάπως έτσι κλείσαμε και δεν υπάρχει ένα κομμάτι χαρτί να γράφει "επιστρέφω σε λίγο". Το μόνο που υπάρχει είναι η πλατεία Κλαυθμώνος που ξαναφόρεσε τ' όνομά της. 

Εικόνα από drone κάθετη πάνω απ' την πλατεία / εκατοντάδες δημόσιοι υπάλληλοι ακίνητοι διασκορπισμένοι σ' αυτήν σχηματίζουν ένα μαμούθ / ήχος κάρτας που χτυπάει στη λήξη της εργασίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου